Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012

Ο «άνθρωπος των Αλπεων» αποκαλύπτει τα μυστικά του

     
  Είκοσι χρόνια έχουν περάσει από τότε που περιπατητές ανακάλυψαν το ηλικίας 5.300 ετών μουμιοποιημένο σώμα του «Ούτζι», σε έναν παγετώνα των τιρολικών Αλπεων, που έλιωνε. 
  Ο Ευρωπαίος της εποχής του Χαλκού δεν έπαψε από τότε να κινεί το ενδιαφέρον των επιστημόνων, που εξετάζοντας τη μούμια με τα σύγχρονα τεχνικά μέσα, ανακαλύπτουν βήμα - βήμα τα στοιχεία για τις συνθήκες του θανάτου του και την κατάστασή του το τελευταίο διάστημα πριν το μοιραίο. Συχνά τα νέα στοιχεία οδηγούν σε ανατροπές.
  Η πρώτη διερεύνηση, το 1992, ένα χρόνο μετά τον εντοπισμό του στις Αλπεις, κατέληξε ότι πέθανε από το κρύο και την εξάντληση, μετά την αναρρίχηση σε υψόμετρο 3.500 μέτρων. Ομως το 2002 η μελέτη της μούμιας με ακτίνες-Χ εντόπισε τη μύτη ενός βέλους στον αριστερό του ώμο, δίνοντας βάση στην υπόθεση ότι ίσως να είχε ξεφύγει από κάποιο έντονο καβγά σε χαμηλότερο υψόμετρο. Το 2003 διαπιστώθηκε η ύπαρξη βαθιάς πληγής στο χέρι του, η οποία βρισκόταν σε κατάσταση επούλωσης όταν πέθανε. Πρέπει να είχε μαχαιρωθεί λίγο καιρό πριν χτυπηθεί από το βέλος. Τομογραφία που έγινε το 2007 έδειξε ότι το βέλος είχε τρυπήσει μια αρτηρία, οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι τελική αιτία του θανάτου του ήταν η αιμορραγία.
   Το νέο εύρημα του 2011 ήταν ότι το στομάχι του «Ανθρώπου των Αλπεων» δεν είχε πέσει θύμα κάποιου πτωματοφάγου ζώου, όπως εκτιμούσαν ως εκείνη τη στιγμή οι επιστήμονες για να εξηγήσουν την παράδοξη απουσία του οργάνου. Το στομάχι αποτυπωνόταν στις καταγραφές από τις τομογραφίες του 2001 και του 2005, αλλά είχε περάσει απαρατήρητο, καθώς είχε συρρικνωθεί σε σημείο που να γίνει αγνώριστο και είχε προσκολληθεί πάνω στο παχύ έντερο. 
  Η διερεύνηση του γενετικού υλικού που βρέθηκε στο περιεχόμενο του στομαχιού, έδειξε ότι ο «Ούτζι» είχε φάει κρέας κατσίκας και σπόρους, ανατρέποντας την κυρίαρχη άποψη ότι πέθανε πεινασμένος και κυνηγημένος. Δεν έτρεχε να ξεφύγει από εχθρούς. Μάλλον έπεσε θύμα κάποιας ενέδρας λίγο μετά το τελευταίο του γεύμα.

                                    
Επιμέλεια:                                                                     
               Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
      Πηγές: «Discover», «Scientific American»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου